Την ευθύνη πολλοί εμίσησαν…

Τα γεγονότα στον Ρέντη ήρθαν να μας υπενθυμίσουν -για πολλοστή φορά- πως όλα τα ίδια μένουν στον αθλητισμό αυτής της χώρας, στην οποία πάντα φταίνε όλοι οι άλλοι.

Πριν πληκτρολογήσουμε οτιδήποτε άλλο, ας εκφράσουμε τις ευχές μας για ταχεία ανάρρωση του αστυνομικού που τραυματίστηκε σοβαρά στα επεισόδια που έλαβαν χώρα το βράδυ της Πέμπτης στον Ρέντη, κατά τη διάρκεια του αγώνα βόλεϊ ανάμεσα στον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό. Παράλληλα, εκφράζουμε τον αποτροπιασμό μας για ένα ακόμη φαινόμενο ακραίας βίας, το οποίο δηλητηριάζει τον χώρο του αθλητισμού στην Ελλάδα.

Το ίδιο ακριβώς είχαμε πράξει και μετά την τραγωδία με τον Άλκη Καμπανό στη Θεσσαλονίκη. Το ίδιο ακριβώς είχαμε πράξει και μετά τον εξίσου τραγικό θάνατο του Μιχάλη Κατσούρη. Το ίδιο ακριβώς θα πράττουμε πάντα σε ανάλογα περιστατικά, ανεξάρτητα με την ταυτότητα του εκάστοτε θύματος. Διότι όπως δεν υπάρχει… δυναμόμετρο στο ποδόσφαιρο, έτσι δεν υπάρχει και μονάδα μέτρησης της αξίας για τη ζωή του οποιουδήποτε.

Τα γεγονότα στον Ρέντη ήρθαν να μας υπενθυμίσουν –δυστυχώς για πολλοστή φορά και φυσικά όχι για τελευταία- πως όλα τα ίδια μένουν σε ό,τι έχει να κάνει με τον αθλητισμό αυτής της χώρας. Της χώρας όπου πάντοτε φταίνε όλοι οι άλλοι και ποτέ εμείς. Αυτό το επιβεβαιώνουν διαχρονικά και επίσημα όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές σε τέτοιου είδους περιστατικά. Δεν… ανακαλύψαμε τον τροχό εδώ.

Πολλές φορές σε περιπτώσεις βίας μεταξύ οπαδών και αστυνομίας λέγεται πως «όλοι έχουν δίκιο». Το πιο σωστό, όμως, είναι ότι όλοι έχουν άδικο. Διότι δεν μπορείς να ξιφουλκείς κατά πάντων χωρίς ποτέ να βλέπεις τη δική σου… καμπούρα. Πώς μπορεί να είναι σωστό να διαχέονται προς κάθε κατεύθυνση οι ευθύνες, χωρίς ποτέ ο εκάστοτε εμπλεκόμενος να αναλαμβάνει τις δικές του, προσωπικές ευθύνες;

Εκτός και αν πρόκειται για πολιτικές ευθύνες. Αυτές αναλαμβάνονται άμεσα, πανεύκολα και συχνά, καθώς πρόκειται απλά για έναν ευφημισμό, ένα φτηνό τρικ με το οποίο επιτυγχάνεται ακριβώς το αντίθετο από αυτό που θα έπρεπε: Αντί να αναληφθούν οι όποιες ευθύνες υπάρχουν, επιτυγχάνεται η πλήρης αποποίησή τους.

Ποιος, άραγε, δεν φταίει σε τέτοια περιστατικά; Μήπως δεν φταίει η Πολιτεία, η οποία αναλώνεται σε κλισέ και διαγγέλματα, όμως εκ του αποτελέσματος είναι παντελώς ανίκανη να αποτρέψει τη βία στα γήπεδα και έξω από αυτά; Μήπως δεν φταίει η αστυνομία, με την παροιμιώδη ανικανότητά της στον τομέα της πρόληψης και με την εξίσου αναποτελεσματική αντίδρασή της σε στυλ τιμωρού; Μήπως δεν φταίνε οι οπαδοί, που πηγαίνουν στο γήπεδο για οτιδήποτε άλλο εκτός από το να παρακολουθήσουν ένα ματς; Ή μήπως δεν φταίνε οι ΠΑΕ, ΚΑΕ κ.λπ. που δεν αποτινάσσουν από τον οργανισμό τους τα ταραχοποιά στοιχεία;

Και μέσα σε όλα αυτά, ο απλός πολίτης, ο απλός φίλαθλος, παρακολουθεί τις εξελίξεις απαθής στη χειρότερη, μουδιασμένος στην καλύτερη. Και αφότου τις παρακολουθήσει για λίγο, στη συνέχεια μπαίνει στο TikTok να παρακολουθήσει και κανένα… χαριτωμένο βιντεάκι… Όταν, όμως, η ηθική σήψη και η οικονομική εξαθλίωση συνθέτουν την κοινωνική νόρμα της εποχής, κι όταν το παράδειγμα των «αξιωματούχων» του έθνους είναι η… ανάληψη της πολιτικής ευθύνης, τι να περιμένει κανείς και από τον απλό κόσμο…


Το Fosonline.gr χρησιμοποιεί cookies για βελτιστοποίηση της εμπειρίας του χρήστη. Διαβάστε περισσότερα